[....] Θα αρχίσω την εισήγησή μου από την προσωπικότητα και το έργο της ποιήτριας. Την Γιώγια Σιώκου την γνώρισα τον Ιούνιο του 2008, που μαζί με τους καθηγητές του Α.Π.Θ. Ιωάννη Κουκιάδη και Άρη Καζάκο παρουσιάσαμε την προηγούμενη ποιητική συλλογή της «Αδιάθλαστη μοναξιά» στην αίθουσα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Με είχαν προτείνει στη Γιώγια η Κική Εμμανουηλίδου από τις εκδόσεις Μαλλιάρης και ο αείμνηστος μεγάλος ποιητής της πόλης μας Τάκης Βαρβιτσιώτης, που την Κυριακή που μας πέρασε είχαμε το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό του και ο οποίος αγαπούσε πολύ την ποιήτρια Γιώγια Σιώκου και το έργο της, όπως τον αγαπούσε και η ίδια. Θέλω με τη συγκυρία της αναφοράς του να κάνουμε όλοι μια ευχή: Να αναπαύει ο Θεός την ευαίσθητη ψυχή του και να τον αξιώσει εκεί πάνω να τέρπει και τους αγγέλους με την ποίησή του.
[...] Η Γιώγια Σιώκου, όπως τη γνώρισα πρώτα από το έργο της και ύστερα από την επικοινωνία μας είναι μια σεμνή, διακριτική και ευγενική ψυχή, μια γυναίκα ευαίσθητη, με τις απαλές αποχρώσεις της μοναξιάς του καλλιτέχνη, που κατεβαίνει στα κατάβαθα της ύπαρξης, να εξορύξει τα σμαράγδια της ποίησης και να μας τα προσφέρει, ενώ παράλληλα έχει έναν αξιοθαύμαστο δυναμισμό, επιμονή, αγωνιστικότητα κι εργατικότητα (όπως η ίδια ομολόγησε στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ ασχολείται τουλάχιστον ένα οχτάωρο τη μέρα με τη μελέτη και τη δημιουργία). Μια γυναίκα που την συναρπάζουν οι αρχέγονοι μύθοι, η ιστορία, τα απολιθωμένα θραύσματα της ομορφιάς όλων των πολιτισμών που αναδύονται ονειρικά από το πέλαγος της συλλογικής μνήμης, η φύση με τις ομορφιές της και τη ζωογόνα επιρροή της στη ζωή, η τέχνη με ποιότητα, που συμπληρώνει την ανθρώπινη καλλιέργεια και ολοκληρώνει τις προσωπικότητες. Μια γυναίκα που έχει κέντρο της σκέψης και της συνείδησής της τον άνθρωπο και τα βάσανά του, τα παιδιά που πεθαίνουν πεινασμένα κι αβοήθητα, χωρίς σχολεία και προοπτικές, τη φύση που καταστρέφεται, την ομορφιά που λεηλατείται, ρυπαίνεται και σκεπάζεται από σκουπίδια. Μια γυναίκα με όνειρα, αισιοδοξία και όραμα για τον κόσμο.
Η Γιώγια Σιώκου γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης και ζει στην Αθήνα. Ήταν υπάλληλος της Τραπέζης Ελλάδος και υπηρέτησε στη Βιβλιοθήκη των Οικονομικών Μελετών της Τραπέζης Ελλάδος. Δέθηκε ιδιαίτερα με τους συναδέλφους και τα προβλήματά τους. Συμμετείχε σε όλους τους μεγάλους αγώνες της ΟΤΟΕ της δεκαετίας 1980 και 1990. Μια συνάντηση με τον Γιάννη Ρίτσο στάθηκε η αφορμή για μακρόχρονη γνωριμία. Ήταν αυτός που την έπεισε ν' ασχοληθεί σοβαρά με την Λογοτεχνία. Η ποιήτρια είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, και χρημάτισε μέλος της Επιτροπής Κρίσης νέων μελών. Επίσης, είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Λογοτεχνίας (UNESCO), των Φίλων του Ιδρύματος «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Χανιά, των Φίλων του Μουσείου Μπενάκη, του Πολιτιστικού Τμήματος του Συλλόγου της Τραπέζης Ελλάδος, των Πνευματικών Δημιουργών του νομού Χανίων και των Φίλων Δημιουργών του νομού Χανίων και των Φίλων της Unisef.
Δημοσίευσε 7 ποιητικές συλλογές: Ο εμπαιγμός των ειδώλων το 1994 Αναπαράσταση του ανέφικτου το 1998 Βαλς στα συντρίμμια το 1999 Σφυρήλατο μετάξι το 2000 Στις παρυφές του ελίχρυσου το 2002 Αδιάθλαστη Μοναξιά το 2003 και Αρχαία μέλισσα το 2010
Τα βιβλία της έχουν προλογίσει σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων, καθηγητές πανεπιστημίων, και γνωστοί κριτικοί, και επιμελήθηκαν την καλλιτεχνική τους εμφάνιση με έργα τους γνωστοί ζωγράφοι, όπως ο Π. Γράβαλλος και ο Γιάννης Μίχας. Ποίησή της έχει δημοσιευθεί επίσης σε λογοτεχνικά περιοδικά και άλλα έντυπα και ανθολογίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Βουλγάρικα και Ισπανικά. Έχει τιμηθεί με βραβεία και διακρίσεις. Ποιήματά της μελοποιήθηκαν από τον Μουσικοσυνθέτη Στάθη Γκότση, συνεργάτη του Χρήστου Λεοντή.
Η Γιώγια Σιώκου μίλησε σε τιμητικές εκδηλώσεις για τους ποιητές Γιάννη Ρίτσο, Τάσο Λειβαδίτη, Μανόλη Αναγνωστάκη.και πρόσφατα πήρε συνέντευξη από την κόρη του Ρίτσου. Εισηγητές του έργου της Γιώγιας Σιώκου στις παρουσιάσεις ήταν μερικοί από τους σημαντικότερους εκπροσώπους των γραμμάτων και του πολιτισμού μας όπως: Κώστας Γεωργουσόπουλος Πανεπιστημιακός, Γεώργιος - Αλέξανδρος Μαγκάκης Πανεπιστημιακός, Μιχάλης Μερακλής Πανεπιστημιακός, Ιωάννης Κουκιάδης Πανεπιστημιακός, ‘Αρις Καζάκος Πανεπιστημιακός, Γιάννης Πανούσης πρ Πρύτανης, Νίκος Μαρκάτος πρ. Πρύτανης ΕΜΠ, Γεώργιος Κουκουλές πρ Πρύτανης Παντείου - Πρόεδρος ΟΜΕΔ, Δεληβοριάς Διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, Ιωάννης Μαρκαντώνης Πανεπιστημιακός - Πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, Κική Σαραντάκου Πανεπιστημιακός, Κώστας Βαλέτας Λογοτέχνης - Εκδότης περιοδικού ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, Τάκης Βαρβιτσιώτης Ακαδημαϊκός - Ποιητής ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Κρήτης Ειρηναίος και πολλοί ακόμα άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών. Σε πολλές από τις παρουσιάσεις των βιβλίων της Γιώγιας Σιώκου απήγγειλε ο επιφανής Ηθοποιός - Σκηνοθέτης - Μεταφραστής Θεατρικών Έργων πρ. Βουλευτής Λυκούργος Καλλέργης μαζί με την σύζυγο του, εξαίρετη ηθοποιό Τζένη Κολλάρου - Καλλέργη. Συγκλονιστική ήταν και η απαγγελία του Ντέιβιντ Κόνολι ερμηνεύοντας ποιήματα της στα Αγγλικά στην εκδήλωση που έγινε προς τιμήν της στη Θεσσαλονίκη το 2008 στο ΚΘΒΕ.
Ας περάσουμε πάλι στο βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα: Διαπίστωσα πως τον τίτλο της συλλογής «Αρχαία μέλισσα», που είναι και τίτλος ομώνυμου ποιήματος, τον εμπνεύστηκε από επίσκεψή της στη Βεργίνα, την παλιά πρωτεύουσα των Μακεδόνων, στη Βεργίνα του Φίλιππου και του Ανδρόνικου, στη Βεργίνα της Ελλάδας. Με συγκίνησε πολύ. Πάντα οι Κρητικοί είχαν ιδιαίτερη αδυναμία προς τη Μακεδονία και το έδειξαν στον Μακεδονικό Αγώνα. Έξω όμως απ’ αυτό, ο τίτλος είναι και συμβολικός και αντιπροσωπευτικός, γιατί σηματοδοτεί τις προθέσεις, τους στόχους και την ποιητική λειτουργία της σ’ αυτή τη συλλογή: Σαν αρχαία μέλισσα η ποιήτρια πετάει στους μύθους, στα μνημεία, στους σταθμούς της ιστορίας, στους τόπους, στα πρόσωπα και μαζεύει το νέκταρ της έμπνευσης, το πρώτο υλικό της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Το συνδυάζει με την προσωπική της μυθολογία και μυθοπλαστική δεινότητα, με τις προσωπικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ευαισθησίες της, τις υπαρξιακές, πνευματικές κι αισθητικές αναζητήσεις της, το ατομικό και παγκόσμιο όραμά της και με μυστικές διεργασίες δημιουργικής πνοής μας προσφέρει εύγευστο και μυρωδάτο το μέλι της ποίησης, απόσταγμα συμπυκνωμένο τον βασιλικό πολτό, βάλσαμο για την ψυχή.
Αυτή, λοιπόν, είναι η μέλισσα που με το μέλι μας γλυκαίνει και με το κεντρί της μας «αναμιμνήσκει οικεία κακά», σύμφωνα με τον αρχαίο ποιητή Φρύνιχο και το φιλόσοφο Σωκράτη, και αγωνίζεται να μας κρατήσει άγρυπνες τις συνειδήσεις, όρθιες τις ψυχές και τεταμένες τις αισθήσεις απέναντι στο κακό που ύπουλο και περιτυλιγμένο με φανταχτερό χρυσόχαρτο προβάλλεται σε λαμπερές βιτρίνες, στην ακαλαισθησία, στην ασχήμια και κακογουστιά που πλημμυρίζει αυτό τον πλαστικό κόσμο μας. Αυτή είναι η Γιώγια Σιώκου με την αντίστασή της, την αυθεντικότητα και την πραγματική ομορφιά που μας προσφέρει.
Η ποιητική συλλογή «Αρχαία μέλισσα» είναι ένα πολύ ωραίο και εξωτερικά και εσωτερικά βιβλίο (όλα τα βιβλία της Γιώγιας είναι και αισθητικά κομψοτεχνήματα με τη μορφή και την καλλιτεχνική τους διακόσμηση). Το βιβλίο όμως αυτό δεν έχει εσωτερική διακόσμηση και το διακρίνει στην εμφάνιση και στο όλο στήσιμο μια δωρική λιτότητα. Το εξώφυλλο διακοσμείται με έναν πίνακα του ζωγράφου Πέτρου Ζουμπουλάκη, ένα τεράστιο δένδρο, μια αιωνόβια ελιά, με τον γιγάντιο κορμό, τις ρίζες τις αρχέγονες να προεξέχουν απ’ το χώμα, σαν να ξεχειλίζει η δύναμη και η ζωή που κουβαλούν από τη γη. Άμεσα παραπέμπει στη λειτουργία της τέχνης και της ποίησης που αντλούν από τη φύση και τη γη και τροφοδοτούν με δύναμη και ομορφιά τη ζωή. Επιπλέον, άριστα συνδυάζεται η ελιά με την ποιήτρια μέλισσα και το περιεχόμενο της συλλογής. Είναι ένα βιβλίο μεγάλου σχήματος με 160 σελίδες που περιέχει 60 ποιήματα με αγγλική μετάφραση στη δεξιά σελίδα. Να σημειώσουμε την εξαίρετη μετάφραση από τον καθηγητή του ΑΠΘ Ντέιβιντ Κόνολι, που είναι ένας από τους καλύτερους μεταφραστές διεθνώς (μετέφρασε Καβάφη και πολλούς άλλους). Είναι πολύ τυχερή η Γ. Σιώκου για τη συνεργασία αυτή.
Η συλλογή είναι χωρισμένη από την ποιήτρια σε τρία μέρη με θεματικά κριτήρια: Στο Α΄ μέρος υπερτερούν τα θέματα κοινωνικής ευαισθησίας και υπαρξιακής αναζήτησης, στο Β΄ κυριαρχούν τα θέματα περιβαλλοντικής και οικολογικής στάσης και στο Γ΄ αναφορές σε συγκεκριμένους τόπους και μνημεία (Θήρα, Λαύριο, Κύπρος, Ανώγεια, Τήνος, Βεργίνα, Παρθενώνας κ.α). Παρά τον υποτυπώδη αυτό διαχωρισμό όμως, υπάρχει στη συλλογή αυτή μια θεματική συνέχεια, μια διαρκής ροή από παρόμοια θέματα, αφού τα ίδια μεράκια, οι ίδιοι καημοί, οι ίδιες ελπίδες και αναζητήσεις γεμίζουν τη σκέψη της, οι ίδιες εικόνες της τρομοκρατούν τα μάτια και τη φαντασία, τα ίδια αισθήματα κι ευαισθησίες αγκυλώνουν ή γλυκαίνουν την ψυχή της. Ο Σεφέρης εξομολογήθηκε κάποτε: «Λέμε πάντοτε τα ίδια πράγματα με άλλες λέξεις» και είχε δίκιο, γιατί αυτό είναι το έργο όποιου ποιητή δε γράφει σκόρπια ποιήματα, μα με συνέπεια στήνει μια ποίηση και χτίζει το δικό του ποιητικό στερέωμα με καθαρές προθέσεις και σταθερό προσανατολισμό.
Επιμέρους θεματικά μοτίβα και τάσεις διακρίνουμε: Την τάση της να αναφέρεται ή να αντλεί υλικό από αρχαίους μύθους, κείμενα, μνημεία, αποσπάσματα της Βίβλου, να τα μεταπλάθει, να τα εντάσσει στην προσωπική της μυθολογία στις κοινωνικές ή περιβαλλοντικές της προθέσεις και ευαισθησίες, μεταφέροντας και παραλληλίζοντάς τα συχνά με σύγχρονες καταστάσεις και βασανιστικά προβλήματα του σύγχρονου κόσμου, κάτι που αποτελεί διαρκή καημό για την ποιητική συνείδησή της. Στίχοι και εικόνες φρίκης και καταστροφής είναι διάσπαρτες σ’ όλη τη συλογή: «Αποκεφαλισμός των αστεριών», «Ακόμα βομβαρδίζουν τον ουρανό», «με ακέφαλα σώματα χορεύω» «έφηβοι στο θάμπος τρομάζουν μιας νέας ηλιαχτίδας κι έρπουν κουρέλια και κόκαλα στης ερήμου την τρώγλη» «ένα σαρκοβόρο απ’ τα βάθη των στίχων κατασπαράσσει τη γαλήνη», «Ροδόφυλλα της καρδιάς μου δωρίζω ν’ αναπαύονται τ’ ανάπηρα παιδιά των πολέμων, τα παιδιά με τα φαγωμένα μάτια και τα πεσμένα δάχτυλα», «Ρουάντα, Σιέρα Λεόνε, Σρι Λάνκα: μολύβια στέλνω στα ορφανά χερουβείμ να γράφουν γράμματα στον ουρανό για την ειρήνη». Aφιερώνει στα παιδιά και στους εφήβους, που υποφέρουν πιο πολύ σ’ αυτόν τον ανυπόφορο κόσμο, μια σειρά από τα καλύτερα ποιήματά της, και πολλούς στίχους και αναφορές σε άλλα. Εδώ σ’ αυτή τη θεματική ενότητα η ποίηση της Σιώκου αποκτά μια παγκοσμιότητα, καθώς αναφέρεται σε παιδιά από όλο τον κόσμο με ατομικές αναφορές και προσωπικά παραδείγματα.
Άλλο θεματικό μοτίβο που κυριαρχεί σε πολλά ποιήματα και εκφράζεται με διάσπαρτους στίχους σ’ όλη τη συλλογή είναι η περιβαλλοντική καταστροφή, ένας κίνδυνος που συσσωρεύεται με εκρηκτικές εκφράσεις και ανάλογο κλίμα σε πολλά ποιήματα, μια ακαθόριστη απειλή που παραμονεύει πίσω από λέξεις ύπουλες και στίχους δηλητηριασμένους από καυσαέρια, χημικά κι αναθυμιάσεις. Μια μόλυνση που φοβερίζει ακόμη και τις συνειδήσεις, μια ρύπανση που προχωρεί ακάθεκτη μιαίνοντας τα πιο πολύτιμα για τη ζωή, το χώμα, τον αέρα, το νερό, ακόμα και τα όσια και ιερά της τέχνης, της παράδοσης και της δημιουργίας. Η έρημος που σταθερά κι αμείλικτα επεκτείνεται, τα ζώα που εξαφανίζονται κατά γένη, οι πάγοι που λιώνουν, η ομορφιά που χάνεται ανάμεσα στα σκουπίδια, στη βρωμιά, στην πρόχειρη βιομηχανική ακαλαισθησία, η αγωνία για του κόσμου ολόκληρου τ’ αθάνατα μνημεία του πολιτισμού. Θα τολμούσα να πω πως σ’ αυτή τη συλλογή η περιβαλλοντική αγωνία της ποιήτριας αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο.
Η ποιήτρια Γιώγια Σιώκου, αρχαία μέλισσα που βουίζει ρυθμικά ανάμεσά μας, διασχίζοντας τον κόσμο κάθετα και οριζόντια, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, δεν παραλείπει στη συλλογή αυτή να μας εξομολογηθεί και για την τέχνη της με κάποια ποιήματα που προδίδουν τις προθέσεις και την τεχνική της. Αυτά τα ποιήματα οι μελετητές τα ονομάζουν ποιήματα ποιητικής τέχνης ( ars poetica). Εντόπισα 6 ποιήματα μ’ αυτή τη θεματογραφία: «Με 18 φθόγγους και 24 γράμματα» (34), «Κάρβουνο και μολύβι σε χαρτί» (36), «Προσωπογραφία με τέμπερα» (40), «Το πέτρινο λιοντάρι» (66), «Χίλια αηδόνια» (68), «Μαστίχα και μάραθο» (116).
Ένα ακόμη θεματικό μοτίβο είναι η αφιέρωση ποιημάτων σε τόπους αγαπημένους, σε μνημεία του παγκόσμιου πολιτισμού. Όλο το τρίτο μέρος της συλλογής περιέχει τέτοια αφιερώματα, και κάποια βρίσκονται στις άλλες ενότητες, με ποικίλη όμως θεματολογία όλα, σχετική με τ προηγούμενα θέματα (κοινωνικά, περιβαλλοντικά, υπαρξιακά): Αναφέρω ενδεικτιά κάποιους τίτλους: Η λίμνη Αράλη, Αυλίδα, Τσέρνομπιλ, Θήρα, Λαύριο, Κύπρος, Ανώγεια, Τήνος, Ήπειρος, Τα χάλκινα της Γουμένισας, ο Παρθενώνας.
Ο έρωτας, η αγάπη, η τρυφερότητα, η ανθρώπινη ζεστασιά δε λείπουν ως θέματα και σ’ αυτή τη συλλογή της ποιήτριας, μόνο που είναι λιγότερα και πιο προσωποποιημένα.
Για τη θεματογραφία θέλω να σημειώσω ότι η Γιώγια Σιώκου, αφού με τις προηγούμενες ποιητικές συλλογές της πέρασε από τον «εμπαιγμό των ειδώλων», την «Αναπαράσταση του ανέφικτου», «το βαλς στα συντρίμμια», «την αδιάθλαστη μοναξιά» η οποία κι εδώ διακρίνεται σε κάποια ποιήματα, σ’ αυτή τη συλλογή, ως μέλισσα αναζητάει περισσότερο τη συντροφικότητα, την απασχολεί περισσότερο ο άνθρωπος, ο άλλος και τα βάσανά του, ο κόσμος και οι ρωγμές του, οι παγίδες κι οι θανάσιμοι κίνδυνοι που τον παραμονεύουν. Ακόμη και οι υπαρξιακές αναζητήσεις της δεν έχουν να κάνουν με προσωπικά αισθήματα, προβλήματα, φόβους κι ελπίδες, αλλά με τον κόσμο, τον άνθρωπο της καθημερινότητας όπου γης.
Κλείνοντας την αναφορά μου στο περιεχόμενο και στη θεματική της συλλογής θα ήθελα να προσθέσω πως, παρά την εκρηκτικότητα, την αίσθηση της απειλής και τις ζοφερές εικόνες καταστροφής, την υπαρξιακή αγωνία που την διατρέχει, τη θλίψη που τη χρωματίζει σε κάποιες σκηνές, υπάρχουν και αρκετές αισιόδοξες και φωτεινές εικόνες.. Η διάχυτη τρυφερότητα, η επιμονή και η αγωνιστική διάθεση της ποιήτριας να σαλπίσει, να κραυγάσει, να κατακεραυνώσει, να αφυπνίσει συνειδήσεις είναι η πιο αισιόδοξη εκδοχή. Το τρίτο μέρος του βιβλίου με τα αφιερώματα περιέχει περισσότερο φως, περισσότερη δημιουργία από καταστροφή, περισσότερη ελπίδα από φόβο, περισσότερη ζωή από θάνατο, περισσότερο ήλιο.
Για τα γενικά χαρακτηριστικά της ποίησης και τον προσωπικό τρόπο έκφρασης και ποιητικής γραφής της Γιώγιας Σιώκου, τη βαθμιαία κατάκτηση της ποιητικής ουσίας: τη λιτότητα, την πυκνότητα, την αφαιρετικότητα, τη δυναμική της υπερβατικής μοντέρνας εικόνας, την τολμηρή δραστική έκφραση και την αυτόνομη λειτουργία της καίριας λέξης, έχω μιλήσει στην παρουσίαση της προηγούμενης συλλογής της εδώ στη Θεσσαλονίκη και δεν θα επεκταθώ. Η ποίησή της είναι σχεδόν πάντα λιγόστιχη κι οι στίχοι μικροί με λίγες λέξεις και συχνότατα μονολεκτικοί, που δίνουν όλο το βάρος στη λέξη και στην αυτόνομη δυναμική ή συναισθηματική λειτουργία της. Αυτός ο κοφτός, λιγοσύλλαβος στίχος, συνδυασμένος με την πύκνωση και την αφαιρετική διάθεση έχει έναν εξωτερικό ρυθμό, παράλληλα με τον εσωτερικό ρυθμό της εναλλαγής των εικόνων που δεσπόζει σ’ ολόκληρη τη συλλογή. Ένας ρυθμός συνεχής. Μια αρμονία εσωτερική και εξωτερική Ο λόγος κοφτός και μετρημένος. Κυρίως σε παράταξη. Λίγες και μόνο οι απαραίτητες οι υπατακτικές προτάσεις. Λόγος της αυθόρμητης εικόνας που κάποτε βγαίνει απευθείας από το υποσυνείδητο, ή πέφτει σα σταγόνα βροχής από το σύννεφο της φαντασίας. Και στη συλλογή αυτή τα περισσότερα ποιήματα είναι λιγόστιχα και λιτά που δεν καλύπτουν τη μισή σελίδα. Μόνο 6 από 60 ξεπερνούν τους 15 στίχους.
Στην ποίηση της Γιώγιας Σιώκου κυριαρχεί μια αφαιρετικότητα και μια συγκρατημένη υπερρεαλιστική διάθεση. Στη συλλογή αυτή όμως ο υπερρεαλισμός, η ελλειπτικότητα και τα συνειρμικά άλματα έχουν υποχωρήσει αισθητά και η συγκεκριμένη, απλή και κατανοητή έκφραση υπερτερεί. Οι γόνιμες σιωπές έρχονται ν’ αντικαταστήσουν κάποια ηθελημένα χάσματα προηγούμενων συλλογών. Η ποιητική αφήγηση επικρατεί με σταθερά σημεία επικοινωνίας, συγκεκριμένη δομή και καθαρούς στόχους για τα βήματα που πρέπει να κάνει ο αναγνώστης, ώστε να συναντηθεί με τον ποιητικό πομπό. Επιχειρείται επιτυχημένα μια ισορροπία ανάμεσα στον τολμηρό, υπαινικτικό και συμπυκνωμένο λόγο και στον καθαρό, λιτό αλλά άμεσο, εξομολογητικό και επικοινωνιακό, για επαρκείς αναγνώστες, ποιητικό λόγο. Γνωρίζοντας και την προηγούμενη ποίηση της Γιώγιας, θεωρώ ότι με το προχώρημα αυτό βρίσκει περισσότερο αυτό που ταιριάζει στο χαρακτήρα της και στους ποιητικούς καημούς της. Τώρα αφομοιώνει και πραγματώνει το δίδαγμα του πρώτου και μεγάλου δασκάλου της, και ολονών μας φυσικά, του Γιάννη Ρίτσου που έγινε και αγαπημένο μας τραγούδι από το Χρίστο Λεοντή: «Τώρα, αδερφέ που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά, καταλαβαινόμαστε τώρα, δεν χρειάζονται περσότερα». Συναντήθηκε με την απλότητα του Ρίτσου στην επικοινωνία, γιατί κι η Γιώγια δεν τραγουδάει για να ξεχωρίσει από τον κόσμο (έτσι σεμνή κι απλή που είναι από χαρακτήρα) αλλά «για να σμίξει όλο τον κόσμο».
Τα κύρια ποιητικά υλικά της Γιώγιας Σιώκου είναι οι εικόνες: φυσικές, υπερβατικές (στην πλειονότητα), ονειρικές, υπαινικτικές, αλληγορικές, επίσης οι περιγραφές, οι μύθοι τους οποίους αντλεί από την αρχαιότητα και η μυθοπλασία με τη δυνατή φαντασία της, οι εμπειρίες και τα βιώματα που κοχλάζουν στη μνήμη, η καθημερινή πραγματικότητα που ματώνει γύρω της, τα τρυφερά αισθήματα, η πίστη και η αγωνιστικότητά της που την ανασταίνουν. Ο έμφυτος λυρισμός της τώρα γίνεται πιο γνήσιος κι αυθεντικός, χωρίς ακραία χρώματα κι υπερβολές, η δραματική ένταση, οι εκρήξεις, οι κορυφώσεις, οι συγκρούσεις, το πλεονέκτημα της έκπληξης και του τελικού αιφνιδιαμού, που ξέρει να το εκμεταλλεύεται άριστα, και το ψυχολογικό κλίμα, που με μαεστρία καλλιεργεί, σηματοδοτούν μια ποίηση με ποιότητα, ήθος και δραστικότητα, που έχει κάτι να πει και το λέει με σωστό και προσωπικό τρόπο.
Θα πω λίγα και για τη γλώσσα, την οποία η ποιήτρια κατέχει σ’ όλο της το βάθος και πλάτος και δε διστάζει να τη χρησιμοποιεί με θάρρος και ελευθερία, δίχως αγκυλώσεις με τη δραστικότητα που είχε απ’ την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, ανάλογα μ’ αυτό που κάθε φορά ταιριάζει και εκφράζει γνήσια τις ποιητικές προθέσεις της. Έτσι θα συναντήσουμε στίχους όπως: «Εν Κανά της Γαλιλαίας,ο Ιησούς το ύδωρ οίνον εποίησεν», επειδή έτσι λειτουργεί καλύτερα η ποιητική έκφραση με την πρωταρχική χρήση της και το αυθεντικό της βάρος. Συχνά χρησιμοποιεί λέξεις σπάνιες και άτριφτες από τη χρήση που δίνουν μια ιδιαίτερη χάρη στο κείμενο με τη γοητεία του νέου ή του άγνωστου όπως: καμινιάζω, ξεκαμινιάζω, χιονόχηνες, ροϊζω, ελκυσμός γυρεόκοκκος, άρτικες, μπαρουτιέρες, κροκόπεπλες, μαϊστραλίζω και πολλές άλλες. Άλλοτε διανθίζει τους στίχους με τολμηρούς συνδυασμούς λέξεων, συχνά με αλληγορική ή υπερβατική σημασία, που ανακαλούν στη σκέψη εικόνες δυνατές και γνήσια ποιητικές: για παράδειγμα: «Το αμάλγαμα της συνείδησης», «αλύχτημα προπανίου», «σε δροσοσταλίδα διάφανων οροσειρών, σ’ εσπερινό αντίλαλο αρχαίων κριαριών», «με τραβέρσες τειχίζεις την αθανασία της μνήμης», «αποκεφαλισμός των αστερισμών», «αντίποινα όχεντρες», «σε μια σταγόνα τσίπουρο ένα καϊκι σκιρτά», «ο ναός της παρθένου, κυρτώνει και υψώνεται σαν έναστρη χορδή τόξο» και ένα πλήθος άλλων που κάποτε μας προβληματίζουν ή μας σοκάρουν, αλλά στο μεγαλύτερο ποσοστό κινητοποιούν τη φαντασία μας και μας οδηγούν σε δημιουργική προσέγγιση του ποιήματος. Σας ευχόμαστε δημιουργική κινητοποίηση του ψυχικού σας κόσμου καθώς θα διαβάζετε το βιβλίο. Ευχόμαστε και στην ποιήτρια να είναι καλοτάξιδο το έργο της και σύντομα να μας ετοιμάσει κι άλλη τέτοια ωραία έκπληξη.
Γιάννης Τζανής Θεσσαλονίκη, Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011
Ετικέτες ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ - ΚΡΙΤΙΚΕΣ |